oar$54176$ - translation to ελληνικό
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

oar$54176$ - translation to ελληνικό

Winnowing oar

oar      
n. κωπή, κουπί

Ορισμός

Scull
·noun A shoal of fish.
II. Scull ·noun The common skua gull.
III. Scull ·noun The Skull.
IV. Scull ·vi To impel a boat with a scull or sculls.
V. Scull ·noun One of a pair of short oars worked by one person.
VI. Scull ·noun A single oar used at the stern in propelling a boat.
VII. Scull ·noun A boat; a cockboat. ·see Sculler.
VIII. Scull ·vt To impel (a boat) with a pair of sculls, or with a single scull or oar worked over the stern obliquely from side to side.

Βικιπαίδεια

Winnowing Oar

The Winnowing Oar (athereloigos - Greek ἀθηρηλοιγός) is an object that appears in Books XI and XXIII of Homer's Odyssey. In the epic, Odysseus is instructed by Tiresias to take an oar from his ship and to walk inland until he finds a "land that knows nothing of the sea", where the oar would be mistaken for a winnowing fan. At this point, he is to offer a sacrifice to Poseidon, and then at last his journeys would be over.